Η ανυπακοή «εις τας υποδείξεις» δεν αρκεί. Το «όχι» στον παραλογισμό των «λύσεων», που η τρόικα υπαγορεύει και η κυβέρνηση εφαρμόζει, δεν αρκεί. Παράλληλα με την απαραίτητη ανυπακοή απαιτούνται υπεύθυνες προτάσεις που να καταδεικνύουν τις εναλλακτικές, πραγματικές λύσεις.
Ας δούμε δύο παραδείγματα εναλλακτικών σε τομείς στους οποίους τρόικα και κυβέρνηση επιδίδονται συστηματικά με επικίνδυνο ανορθολογισμό: «κόκκινα» δάνεια και εκποίηση της δημόσιας περιουσίας – περιπτώσεις όπου το ξεπούλημα βαθαίνει την κρίση στο όνομα της καταπολέμησής της!
Τα «κόκκινα» δάνεια λειτουργούν σαν μαύρες τρύπες στα λογιστικά βιβλία των τραπεζών, απαγορεύοντάς τες ουσιαστικά να δανείσουν εκ νέου σε υγιείς επιχειρήσεις. Η τρόικα εμμένει στις αγοραίες «λύσεις» – του κοψοτιμής ξεπουλήματος των «κόκκινων» δανείων σε ιδιώτες (κυρίως ξένους). Ενα δάνειο, π.χ., 100 χιλιάδων, οι δόσεις του οποίου δεν αποπληρώνονται εδώ και καιρό, πωλείται από την τράπεζα σε ιδιώτη προς 10 χιλιάδες.
Ετσι, η τράπεζα καταγράφει ζημιά 90 χιλιάδων αλλά «ξεμπερδεύει» με αυτό το βαρίδι. Παράλληλα, ο ιδιώτης επικεντρώνει όλο του το «είναι» στο να αποσπάσει (εκβιάσει) από τον οφειλέτη -με κορυφαίο όπλο την απειλή του πλειστηριασμού- όσο περισσότερα ευρώ μπορεί (με «πάτωμα» τα 10 χιλιάδες ευρώ που «επένδυσε»). Πρόκειται για «λύση» που, πέραν των ηθικών ζητημάτων που εγείρει, είναι ανόητη, με ψυχρά αγοραία κριτήρια.
Ο λόγος απλός: η πώληση των «κόκκινων» δανείων σε ιδιώτες έχει στόχο -υποτίθεται- την εξυγίανση του τραπεζικού συστήματος. Οι πλειστηριασμοί όμως επιτυγχάνουν ακριβώς το αντίθετο!
Το βασικό «περιουσιακό» στοιχείο των τραπεζών, το κεφάλαιό τους δηλαδή, είναι τα δάνεια που έχουν δώσει στους πελάτες τους και, ιδίως, τα ακίνητα που έχουν διακρατήσει από αυτούς ως εχέγγυα. Οταν η αξία των ακινήτων αυτών μειωθεί, μειώνονται ταυτόχρονα τα κεφάλαια των τραπεζών – η λεγόμενη κεφαλαιοποίησή τους.
Η πώληση των «κόκκινων» δανείων σε ιδιώτες ναι μεν αφαιρεί από τα βιβλία των τραπεζών ένα καρκίνωμα (βάζοντας και κάποια χρήματα στο ταμείο), από την άλλη όμως καταστρέφει έμμεσα ένα μέρος των υπόλοιπων κεφαλαίων της τράπεζας. Ποιο μέρος; Των ακινήτων που συνδέονται με δάνεια που δεν έχουν «κοκκινίσει» ακόμα!
Οταν οι ιδιώτες που αγόρασαν τα «κατακόκκινα» δάνεια των τραπεζών βγάζουν τα ακίνητα με τα οποία συνδέονται σε πλειστηριασμό, αυξάνεται η συνολική προσφορά ακινήτων σε μια αγορά όπου οι τιμές είναι ήδη στο πάτωμα.
Αποτέλεσμα είναι η περαιτέρω μείωση των τιμών των ακινήτων γενικότερα. Ετσι, μειώνεται έμμεσα η αξία όλων των ακινήτων – ακόμα και αυτών που παραμένουν στα βιβλία των τραπεζών τα οποία συνδέονται με δάνεια που δεν έχουν γίνει ακόμα «κόκκινα». Με άλλα λόγια, μειώνεται το εναπομείναν κεφάλαιο των τραπεζών – μια κλασική περίπτωση αυτογκόλ!
Συνεπώς, η «λύση» της πώλησης των «κόκκινων» δανείων των τραπεζών στους ιδιώτες όχι μόνο φέρνει την απόγνωση σε πολίτες που βλέπουν το σπίτι ή το μαγαζί τους να πωλείται για ένα κομμάτι ψωμί, αλλά επιπλέον βουλιάζει τις τράπεζες ακόμα βαθύτερα στη χρεοκοπία τους.
Κάτι αντίστοιχο συμβαίνει με τη δημόσια περιουσία. Στη μνημονιακή Ελλάδα η δημόσια περιουσία ρευστοποιείται για ψίχουλα που ρίχνονται στη μαύρη τρύπα του δημόσιου χρέους. Το ΤΑΙΠΕΔ και το υπερταμείο λειτουργούν σαν πολυκατάστημα που έχει βγάλει το «εμπόρευμα» προς εκποίηση, υπό όρους αποικιακούς. Σε πολλές περιπτώσεις (π.χ. ΟΠΑΠ, Ελληνικό), η ζημιά στην ελληνική κοινωνία και οικονομία είναι εντυπωσιακή.
Ομως, πέραν αυτών των επιπτώσεων, η πώληση δημόσιας περιουσίας (σε μια εποχή που οι τιμές είναι στο πάτωμα) έχει το ίδιο αποτέλεσμα με το ξεπούλημα των «κόκκινων» δανείων: αυξάνοντας την προσφορά σε μια αγορά όπου η ζήτηση είναι εξαφανισμένη, ρίχνει κι άλλο τις ήδη χαμηλές (λόγω της κρίσης) τιμές των ακινήτων – τόσο αυτών που πουλά το κράτος όσο και των υπόλοιπων.
Η εναλλακτική για τα «κόκκινα» δάνεια: Δημόσια Εταιρεία Διαχείρισής τους
Οσον αφορά τα «κόκκινα» δάνεια, η πραγματική λύση είναι η ίδρυση Δημόσιας Εταιρείας Αναδιάρθρωσης & Διαχείρισης Ιδιωτικών Χρεών (ΔΕΑΔΙΧ), που θα έχει διττό στόχο: να προφυλάξει τον δανειολήπτη (ιδίως την πρώτη κατοικία) αλλά και την κεφαλαιοποίηση των τραπεζών. Πώς; Με τις εξής παρεμβάσεις:
Σταδιακά μεταφέρονται από τις τράπεζες στη ΔΕΑΔΙΧ τα πιο «κόκκινα» των δανείων. Ως αντάλλαγμα, οι τράπεζες λαμβάνουν ειδικά ομόλογα-διαρκείας (που τα εκδίδει το κράτος εκ μέρους της ΔΕΑΔΙΧ) ίσης ονομαστικής αξίας με τα «κόκκινα» δάνεια. Οι τράπεζες κρατούν στα βιβλία τους ως περιουσιακό στοιχείο αυτά τα ομόλογα, τα οποία δεσμεύεται να αποπληρώσει η ΔΕΑΔΙΧ μακροπρόθεσμα από τα μελλοντικά της έσοδα.
Νομοθετείται μορατόριουμ στους πλειστηριασμούς (α) πρώτης κατοικίας και (β) εμπορικών χώρων κάτω μιας συγκεκριμένης αξίας.
Νομοθετείται το δικαίωμα των οφειλετών, των οποίων τα δάνεια πουλήθηκαν ήδη σε ιδιώτες, να αγοράζουν πίσω τα δάνειά τους στην ίδια τιμή που τα αγόρασαν οι ιδιώτες.
Η ΔΕΑΔΙΧ δεσμεύεται να κρατήσει στα βιβλία της τα «κόκκινα» δάνεια έως ότου η τιμή των δεσμευμένων ακινήτων ξεπεράσει ένα επίπεδο κοντά στην προ της κρίσης τιμή. Εως τότε, οι οφειλέτες καταβάλλουν ενοίκιο στη ΔΕΑΔΙΧ (για το δικαίωμα να παραμένουν στο σπίτι τους ή να λειτουργούν το μαγαζί τους), το ύψος του οποίου προσδιορίζεται από τις δημοτικές αρχές με γνώμονα τα εισοδήματα των οφειλετών και τις τοπικές συνθήκες.
Οταν, εν καιρώ, ξεπεραστεί η κρίση της αγοράς ακινήτων, οι οφειλέτες θα έχουν το δικαίωμα να εξαγοράσουν το παλαιό τους δάνειο από τη ΔΕΑΔΙΧ είτε με δόσεις είτε με εφάπαξ πληρωμή, που αντανακλά στην περίπτωση της πρώτης κατοικίας ή μικρομεσαίας ιδιοκτησίας εμπορικής χρήσης το κεφάλαιο που οφείλουν.
Με την ίδρυση της ΔΕΑΔΙΧ επιτυγχάνονται ταυτόχρονα: η προστασία της πρώτης κατοικίας και των μικρομεσαίων από τα αρπακτικά ταμεία και την απόγνωση, η μείωση νέων υφεσιακών πιέσεων στην αγορά ακινήτων και η εξασφάλιση των εναπομεινάντων κεφαλαίων των τραπεζών.
Η εναλλακτική στις ιδιωτικοποιήσεις: Αναπτυξιακή Τράπεζα
Μαζί με τον τερματισμό των πλειστηριασμών ιδιωτικής περιουσίας απαιτείται και ο τερματισμός των πλειστηριασμών της δημόσιας περιουσίας. Η εναλλακτική όσον αφορά τη δημόσια περιουσία είναι εντυπωσιακά απλή:
Αμεση παροχή τραπεζικής άδειας σε ΤΑΙΠΕΔ και υπερταμείο, μετατρέποντάς τα στην Αναπτυξιακή Τράπεζα που έχει ανάγκη η χώρα.
Η νέα Αναπτυξιακή Τράπεζα διακρατεί (ό,τι έχει μείνει από) τη δημόσια περιουσία, χρησιμοποιώντας την ως εχέγγυο για να αντλεί πόρους που θα κατευθύνονται (α) στη χρηματοδότηση δημόσιων επενδύσεων που αναδεικνύουν (και αυξάνουν) την ίδια τη δημόσια περιουσία (σε συνεργασία κατά περίπτωση με ιδιώτες) και (β) σε επενδύσεις στον ιδιωτικό τομέα.
Ολες οι ιδιωτικοποιήσεις παγώνουν έως ότου, τουλάχιστον, ανακάμψουν οι τιμές στις οποίες θα πωληθούν κάποια περιουσιακά στοιχεία. Δημόσια αγαθά όπως η ενέργεια, το νερό, παραλίες κ.λπ. αποκλείονται από οποιαδήποτε πώληση ανεξαρτήτως τιμών και προϋποθέσεων.
Στην περίπτωση που κάποιο δημόσιο περιουσιακό στοιχείο πουληθεί στο μέλλον, ισχύουν οι εξής όροι:
■ ελάχιστο όριο επενδύσεων από τον αγοραστή,
■ συλλογικές συμβάσεις και κατοχυρωμένα εργασιακά δικαιώματα,
■ δεσμεύσεις προς όφελος των τοπικών κοινωνιών,
■ διακράτηση μερίδας μετοχών από το Δημόσιο που θα περνούν στα ασφαλιστικά ταμεία με στόχο τη μόνιμη ενίσχυσή τους.
Οι μετοχές της νέας Αναπτυξιακής Τράπεζας δίνονται στα ασφαλιστικά ταμεία, ενισχύοντας έτσι την κεφαλαιοποίησή τους.
Εν κατακλείδι, λύσεις υπάρχουν. Για να εφαρμοστούν απαιτείται ο συνδυασμός (α) ανυπακοής στον σημερινό παραλογισμό με (β) υπεύθυνες, ρεαλιστικές προτάσεις. Αυτή θα είναι η ατζέντα την οποία θα παρουσιάσει στο εκλογικό σώμα το νέο κόμμα που ιδρύει το DiEM25 στην Ελλάδα την 26η Μαρτίου – το ΜέΡΑ25.