«Αυτό που προτείνεται στον ελληνικό λαό, αντί για ένα βιώσιμο σχέδιο για την επόμενη δεκαετία, είναι το να συναινέσει στην έξοδό του στις αγορές όσο το κράτος του είναι πτωχευμένο, και με προοπτική να βουλιάζει όλο και πιο πολύ στον βούρκο της μακροπρόθεσμης πτώχευσης· αλλά, βέβαια, παραμένοντας στις αγορές. Θεωρώ εθνική ανοησία τη συναίνεσή μας σε αυτό το πλάνο»(20ή Φεβρουαρίου 2014)
Την περασμένη Τρίτη το κράτος μας «βγήκε στις αγορές» δανειζόμενο 2,5 δισ. ευρώ από ιδιώτες μέσω έκδοσης του πρώτου 10ετούς ομόλογου από το 2010. Κυβέρνηση, τραπεζίτες και σύσσωμα τα ΜΜΕ πανηγύρισαν αυτή την «έξοδο». Ο ελληνικός λαός, όμως, και ιδίως η Αριστερά, μόνο θλίψη και αγανάκτηση δικαιούμαστε να νιώσουμε, για τους λόγους που εξηγούσα στο πιο πάνω αναφερθέν άρθρο… πέντε χρόνια πριν.
Το Μνημονιακό Τόξο πασχίζει να μας πείσει πως η έξοδος στις αγορές ήταν ένα γενναίο βήμα που σηματοδοτεί την ανάκαμψη της χώρας. Τα επιχειρήματά τους είναι τρία:
- Επιτόκιο δανεισμού 3,9%, το χαμηλότερο από το 2006.
- Τετραπλάσια ζήτηση από «επενδυτές» από την ποσότητα ομολόγων που προσφέρθηκαν (11,8 δισ., από τα οποία τελικά δανειστήκαμε τα 2,5 δισ.).
- Δανειστήκαμε, παρά το γεγονός ότι δεν είχαμε ανάγκη άμεση, μόνο και μόνο για να σηματοδοτήσουμε στο παγκόσμιο στερέωμα ότι η Ελλάδα επέστρεψε στις αγορές, ότι γίναμε ξανά «κανονική» χώρα.
Κανένα από αυτά τα τρία επιχειρήματα δεν αντέχει στο φως της λελογισμένης κριτικής. Ας τα πάρουμε ένα ένα.
Πόσο χαμηλό είναι το επιτόκιο δανεισμού;
Πράγματι, επιτόκιο 3,9% είχαμε να δούμε (για 10ετές ομόλογο) από το 2006. Ομως «ξεχνούν» να μας πουν ότι τότε, εν έτει 2006, το αντίστοιχο επιτόκιο με το οποίο δανειζόταν η Γερμανία ήταν 3,6% ενώ σήμερα είναι μόλις 0,13% – όπερ μεθερμηνευόμενον, για κάθε 1.000 ευρώ 10ετών ομολόγων που εκδίδει η Γερμανία (με επιτόκιο 0,13%) επιβαρύνεται με 101 ευρώ, ενώ το ελληνικό χρέος, με επιτόκιο 3,9%, επιβαρύνεται με… 446 ευρώ.
Το καλό της αριθμητικής είναι ότι δεν σηκώνει πολιτικές διαφωνίες: έχουμε ένα βουνό χρέους (περί τα 320 δισ.) και ένα κατά πολύ μικρότερο βουνό συνολικών εισοδημάτων (ΑΕΠ περί τα 180 δισ.). Οσο το βουνό του χρέους ψηλώνει γρηγορότερα απ’ ό,τι ψηλώνει το βουνό του ΑΕΠ, το χρέος γίνεται λιγότερο διαχειρίσιμο. Νέος δανεισμός δεν επιβαρύνει το χρέος μόνο εφόσον το επιτόκιο είναι ίσο με τον ρυθμό αύξησης του ΑΕΠ. Μπορεί το επιτόκιο δανεισμού σήμερα να είναι κοντά σ’ εκείνο του 2006 (3,6% το 2006, 3,9% σήμερα) όμως το ΑΕΠ μας σε τιμές αγοράς το 2006 μεγεθυνόταν κατά 9,8% ενώ σήμερα μεγεθύνεται κατά… 2% με 3% στην καλύτερη περίπτωση.
Συμπερασματικά, και άνευ αμφιβολίας, η πρόσφατη «έξοδος στις αγορές» κατέστησε το ήδη μη διαχειρίσιμο χρέος μας ακόμα λιγότερο διαχειρίσιμο.
Τότε γιατί οι επενδυτές έτρεξαν να μας δανείσουν;
Η κυβέρνηση απαντά ότι η «προαγωγή» της πιστοληπτικής ικανότητας του κράτους από τη Moody’s (στο επίπεδο B1) γέμισε τους επενδυτές με αισιοδοξία για την ανάκαμψη της Ελλάδας και το αξιόχρεο του κράτους μας. Τίποτα δεν απέχει από την αλήθεια περισσότερο.
Η κίνηση της Moody’s να αναβαθμίσει το ελληνικό δημόσιο χρέος κατά δύο «σκαλιά» δεν αρκεί για να κάνει τις τράπεζες να αγοράσουν το νέο ομόλογο, καθώς η ΕΚΤ απαιτεί άλλα τέσσερα «σκαλιά» αναβάθμισης πριν δώσει το πράσινο φως στις τράπεζες να το αγοράσουν. (Ουσιαστικά, η ΕΚΤ αρνείται στις τράπεζες που θα το αγόραζαν να το χρησιμοποιούν ως εχέγγυο για να δανείζονται από την ΕΚΤ). Ετσι, μόνο τα ιδιωτικά ταμεία υψηλού ρίσκου (hedge funds) αγόρασαν το νέο ομόλογο, παρά το γεγονός ότι ποτέ δεν πείστηκαν ότι το χρέος μας έγινε «βιώσιμο». Τότε γιατί το αγόρασαν;
Το αγόρασαν για δύο λόγους: το πολύ υψηλό επιτόκιο (3,9%, όταν τα γερμανικά ομόλογα αποδίδουν 0,13%) και το γεγονός ότι το μεγάλο μέρος του χρέους μας το χρωστάμε στην τρόικα και όχι στους ιδιώτες. Κρίνουν, λοιπόν, ότι όταν θα έρθει η στιγμή για νέο «κούρεμα» (λόγω της συνεχιζόμενης χρεοκοπίας μας), αυτό δεν θα πλήξει τους ίδιους (καθώς προστατεύονται από το αγγλικό δίκαιο στο οποίο υπάγεται –δυστυχώς– το νέο ομόλογο), αλλά τους Ευρωπαίους φορολογούμενους.
Περιληπτικά, τα γνωστά όρνια των αγορών μαζεύτηκαν άλλη μια φορά γύρω από το κουφάρι της ελληνικής οικονομίας τσιμπολογώντας ό,τι έμεινε, δανείζοντάς μας με επιτόκιο που επιβαρύνει κι άλλο ένα δυσβάστακτο, μη διαχειρίσιμο χρέος.
Δανειστήκαμε παρά το γεγονός ότι δεν είχαμε ανάγκη να δανειστούμε;
Φέτος, εντός του 2019, το κράτος πρέπει να αποπληρώσει 24 δισ. χρέους, συν άλλα 5 δισ. δανείων από διεθνείς οργανισμούς που «ωριμάζουν». Δηλαδή, 29 δισ. για ένα κράτος με συνολικά έσοδα περί τα 53 δισ. Πρόκειται για συντριπτικούς αριθμούς που αποτυπώνουν τη Χρεοδουλοπαροικία στην οποία ζούμε. Τότε γιατί επιμένει το Μνημονιακό Τόξο ότι δεν είχαμε ανάγκη να δανειστούμε αλλά το κάναμε για να δείξουμε ότι μπορούμε; Ο λόγος είναι ότι η τρόικα θα μας δανείσει περί τα 30 δισ. – το λεγόμενο, κατ’ ευφημισμόν, «μαξιλαράκι» που, στην ουσία, είναι ακάνθινο στεφάνι καθώς κι αυτό το ποσόν θα προστεθεί, τοκιζόμενο, στο μη διαχειρίσιμο χρέος.
Να γιατί η κυβέρνηση εκδίδει ομόλογα: επειδή από του χρόνου θα καλείται να καταβάλλει τοκοχρεολύσια τόσο στην τρόικα όσο και στους ιδιώτες, που θα δανειζόμαστε, αν και πτωχευμένοι, από τις αγορές με τη διαμεσολάβηση της τρόικας. Δηλαδή, ακριβώς όπως έγραφα τον Φεβρουάριο του 2014: «Βουλιάζοντας στον βούρκο της μακροπρόθεσμης πτώχευσης αλλά, βέβαια, παραμένοντας στις αγορές».
Ερωτήματα προς φίλους του ΣΥΡΙΖΑ
Σε αυτό το σημείο απευθύνω δύο ερωτήματα στους συντρόφους με τους οποίους πορευτήκαμε όλο το 2014 και τους πρώτους μήνες του 2015.
- Θυμάστε ότι συμπορευτήκαμε επειδή συμφωνήσατε με την πιο πάνω ανάλυση που καταδείκνυε ότι η έξοδος στις αγορές ενός πτωχευμένου κράτους οδηγεί στη Χρεοδουλοπαροικία; Θυμάστε πως τον Απρίλιο του 2014 συμμεριστήκατε αυτή την κριτική στην έκδοση του ομολόγου του κ. Στουρνάρα, την τότε «έξοδο στις αγορές» που γιόρταζε αμετροεπώς ο κ. Σαμαράς;
- Από την 6η Ιουλίου 2015 παραμένετε πιστοί στον πρωθυπουργό στη βάση του επιχειρήματος ότι δεν υπήρχε εναλλακτική στη συνθηκολόγηση με την τρόικα. Ας συμφωνήσουμε ότι σε αυτό διαφωνούμε. Τίθεται όμως το ερώτημα: Δεν καταλαβαίνετε ότι γιορτάζοντας την «έξοδο στις αγορές» υπογράφετε δήλωση μετανοίας για την κριτική στην έξοδο των κ. Σαμαρά – Στουρνάρα, ενώ, παράλληλα, παραδέχεστε ότι κάναμε λάθος το 2014 να θεωρούμε πως μέσα από το Μνημόνιο και τις ευκολίες πληρωμών που μας προσφέρει η τρόικα το χρέος μας δεν μπορεί ποτέ να γίνει διαχειρίσιμο;
Αν αναρωτιέστε γιατί το ΜέΡΑ25 κατεβαίνει στις εκλογές (εθνικές και ευρωπαϊκές), ο λόγος είναι απλός: Επειδή, ως ριζοσπάστες ευρωπαϊστές, δεν είμαστε διατεθειμένοι να παραβιάσουμε τις αρχές της αριθμητικής ώστε να δικαιολογήσουμε μια διαρκή συνθηκολόγηση με τη Χρεοδουλοπαροικία που ενισχύει καθημερινά την Ερημοποίηση της χώρας.
Για την ιστοσελίδα της ΕφΣυν πατήστε εδώ