Πρώτα ήρθαν για τους σοσιαλιστές, και δεν είπα τίποτα
Καθώς δεν ήμουν σοσιαλιστής
Μετά ήρθαν για τους συνδικαλιστές, και δεν είπα τίποτα
Καθώς δεν ήμουν συνδικαλιστής
Μετά ήρθαν για τους Εβραίους, και δεν είπα τίποτα
Καθώς δεν ήμουν Εβραίος
Μετά ήρθαν για εμένα – αλλά πλέον δεν είχε μείνει κανείς για να με υπερασπιστεί.
[Από ομιλία του Γερμανού αντιναζιστή Μάρτιν Νίμουλερ]
Ολες μου οι συναντήσεις με τον Τζούλιαν Ασάνζ έγιναν σ’ ένα μικρό σαλόνι. Οπως γνωρίζουν οι μυστικές υπηρεσίες αρκετών χωρών, από το καλοκαίρι του 2015 έως και τον περασμένο Δεκέμβριο επισκέφτηκα τον Τζούλιαν πολλές φορές στο μικρό διαμέρισμα στο Λονδίνο που στεγάζεται η πρεσβεία του Εκουαδόρ. Αυτό που δεν γνωρίζουν οι υπάλληλοι των μυστικών υπηρεσιών που μας παρακολουθούσαν ήταν την ανακούφιση που ένιωθα κάθε φορά που έφευγα.
Ηθελα να γνωρίσω τον Τζούλιαν χρόνια πριν γίνει γνωστός στο ευρύ κοινό, εντυπωσιασμένος με την αρχική του ιδέα για τα Wikileaks. Οπως όλοι όσοι διαβάσαμε στα νεανικά μας χρόνια το «1984» του Τζορτζ Οργουελ, με διακατείχε δέος μπροστά στην προοπτική ενός καθεστώτος απόλυτης ηλεκτρονικής παρακολούθησης του καθετί που κάνουμε, λέμε ή ακόμα και σκεφτόμαστε.
Πρώτη φορά που ένιωσα ανακούφιση από εκείνον τον φόβο ήταν όταν διάβασα κείμενο του Τζούλιαν Ασάνζ στην Αυστραλία, χρόνια πριν δώσει σάρκα και οστά στα Wikileaks. Στο κείμενο εκείνο, ο Τζούλιαν περιέγραφε πώς μπορούμε να χρησιμοποιήσουμε, εμείς οι απλοί πολίτες, όλες τις σύγχρονες τεχνολογίες που επιστρατεύει ο Μεγάλος Αδελφός εναντίον μας, να κατασκευάσουμε με αυτές κάτι σαν έναν τεράστιο ψηφιακό καθρέφτη και να τον στρέψουμε προς τον Μεγάλο Αδελφό, έτσι ώστε εκείνος να ζει με τον φόβο ότι τον βλέπουμε.
Οταν, τελικά, συνάντησα τον Τζούλιαν πρόσωπο με πρόσωπο, τα Wikileaks είχαν ήδη εξευτελίσει τον Μεγάλο Αδελφό κι είχαν δώσει σε εμάς τους πολίτες τη δυνατότητα να δούμε στις οθόνες μας τα εγκλήματα που είχε κάνει στο όνομα της «πολιτισμένης» Δύσης στο Ιράκ, στο Αφγανιστάν, τις συζητήσεις μεταξύ των ιθυνόντων του ΔΝΤ για την άμοιρη την χώρα μας κ.λπ. Από την άλλη, η πρότερη ελπίδα που είχα νιώσει παλαιότερα είχε συρρικνωθεί μαζί με την ελευθερία του Τζούλιαν που, πλέον, περιοριζόταν σε μερικά ανήλιαγα τετραγωνικά μέτρα στην πρεσβεία-διαμέρισμα του Εκουαδόρ.
Το σαλονάκι που βρισκόμασταν περιστοιχιζόταν από βιβλιοθήκες γεμάτες κρατικές εκδόσεις της κυβέρνησης του Εκουαδόρ. Το παράθυρο κοίταζε στον τοίχο του διπλανού ισογείου. Πάνω σε ράφι βιβλιοθήκης, ένα μηχάνημα που παρήγε «λευκό θόρυβο», για να ακυρώνει τους «κοριούς» – ένας θόρυβος που μετά από μια-δυο ώρες προκαλούσε πονοκέφαλο. Υστερα από ώρες ολόκληρες, κάποιες φορές μεταμεσονύκτιων συζητήσεων, ο μπαγιάτικος αέρας, ο «λευκός θόρυβος», η κάμερα στο ταβάνι που με κοίταζε στα μάτια, η σκέψη ότι ο Τζούλιαν δεν μπορούσε να βγει από εκεί –όλα αυτά σιγά σιγά μου έφερναν μια αίσθηση κλειστοφοβίας που με έκανε να θέλω να αποδράσω στη λονδρέζικη βροχή.
Οι επικριτές του Τζούλιαν ισχυρίζονταν, τότε, ότι επέλεξε να φυλακιστεί στην πρεσβεία του Εκουαδόρ, επειδή δεν ήθελε να αντιμετωπίσει στη Σουηδία τις κατηγορίες για σεξουαλική βία πάνω σε δύο φίλες του. Ως μέλος του προβληματικού φύλου, δεν δίνω στον εαυτό μου το δικαίωμα να έχω άποψη για τέτοιες κατηγορίες. Οι γυναίκες που κατηγορούν εμάς τους άνδρες για σεξουαλική βία πρέπει να ακούγονται με σεβασμό. Μόνο η ίδια η βία εναντίον τους είναι βιαιότερη από την έλλειψη σεβασμού απέναντι σε μια γυναίκα που κατηγορεί έναν άνδρα για σεξουαλική βία.
Σε μια από τις πρώτες μας συζητήσεις, είχα πει στον Τζούλιαν ότι, αν μια γυναίκα με είχε κατηγορήσει για σεξουαλική βία, θα ένιωθα την ανάγκη να της δώσω την ευκαιρία να εκφράσει την κατηγορία της ανοικτά και με ασφάλεια, σε δικαστήριο, ανακριτικό γραφείο, οπουδήποτε.
Ο Τζούλιαν μου απάντησε ότι κι αυτός αυτό ακριβώς θέλει, προσθέτοντας: «Αν όμως πάω στη Στοκχόλμη, θα με ρίξουν στην απομόνωση και, πριν προλάβουν οι εν λόγω γυναίκες να με κατηγορήσουν πρόσωπο με πρόσωπο, θα με έχουν μπουζουριάσει σε αεροπλάνο με προορισμό κάποιο λευκό κελί των ΗΠΑ». Για του λόγου το αληθές, μου έδειξε την αλληλογραφία των δικηγόρων του με την πρότασή τους προς τις σουηδικές αρχές να πάει εθελουσίως στη Σουηδία, υπό τον όρο να του εγγυηθούν τη μη έκδοσή του στις ΗΠΑ. Πράγματι, οι σουηδικές αρχές απέρριψαν την πρόταση.
Εκείνη την εποχή, ήταν αδύνατον να πείσω φίλους και εχθρούς ότι ο Τζούλιαν δεν απέφευγε να πάει στη Σουηδία αλλά απλά γνώριζε ότι η κυβέρνηση των ΗΠΑ ήθελε να τον εξοντώσει ως αντίποινα για τις αποκαλύψεις των Wikileaks. Αν και ήταν γνωστό ότι η στρατιώτης των ΗΠΑ, Τσέλσι Μάνινγκ, η οποία έστειλε στα Wikileaks όλο εκείνο το υλικό για τα εγκλήματα στο Ιράκ, βασανιζόταν επί 18 μήνες σε λευκό κελί στην Αμερική για να ομολογήσει (ψευδώς) πως ο Τζούλιαν την είχε «ωθήσει» να παραβιάσει το απόρρητο του Αμερικανικού Στρατού, ήταν πολύ δύσκολο να πείσω ακόμα και φίλους ότι ο Τζούλιαν κρυβόταν στην πρεσβεία του Εκουαδόρ για να μην εξαφανιστεί σε αμερικανικό λευκό κελί.
Σήμερα, αυτό έχει αποδειχθεί. Τούτη τη στιγμή, ο Τζούλιαν είναι κλειδωμένος σε υπόγειο κελί στο Βρετανικό Γκουαντάναμο, όπως αποκαλούν οι ίδιοι οι Βρετανοί τη φυλακή ύψιστης ασφάλειας Μπέλμαρς, περιμένοντας την έκδοσή του στις ΗΠΑ με την κατηγορία της ηθικής αυτουργίας στην παραβίαση απόρρητων υπολογιστών του Αμερικανικού Στρατού. Την ίδια στιγμή, παρά το γεγονός ότι ο πρόεδρος Ομπάμα είχε αποφυλακίσει την Τσέλσι Μάνινγκ λίγο πριν από την αφυπηρέτησή του, οι αμερικανικές αρχές τη φυλάκισαν ξανά, εκβιάζοντάς την ότι, αν δεν «δώσει» τον Τζούλιαν, δεν θα ξαναδεί το χρώμα του ουρανού.
Το ενδιαφέρον -και τραγικό συνάμα- είναι ότι οι ίδιοι επικριτές του Τζούλιαν που αμφισβητούσαν και χλεύαζαν όσους φωνάζαμε πως η δίωξή του αφορά αποκλειστικά τις αποκαλύψεις των Wikileaks και όχι την προσπάθεια αποφυγής των σουηδικών αρχών, αντί να παραδεχθούν το λάθος τους, λένε: «Καλά να πάθει. Να σαπίσει στα αμερικανικά κελιά, καθώς βοήθησε τον Τραμπ να εκλεγεί» -αναφερόμενοι στη δημοσίευση από τα Wikileaks των emails της Χίλαρι Κλίντον που ήταν πλήγμα για εκείνη προεκλογικά.
Ρωτούν οι ίδιοι, για να δικαιολογήσουν την υποστήριξή τους στη μεταχείριση του Τζούλιαν: «Γιατί τα Wikileaks δεν δημοσιεύουν κάτι κακό για τους Ρώσους, τους Κινέζους, τον Τραμπ;». Η απάντηση, βέβαια, είναι ότι τα Wikileaks δεν επιλέγουν τι στοιχεία τούς στέλνουν. Λειτουργούν ως ψηφιακό ταχυδρομικό κουτί, στο οποίο ο οποιοσδήποτε μπορεί να τοποθετήσει ό,τι θέλει με εγγυημένη ανωνυμία, γνωρίζοντας ότι ούτε ο Τζούλιαν γνωρίζει την ταυτότητα του αποστολέα.
Τίποτα από τα προηγούμενα δεν έχουν σκοπό την αγιοποίηση του Τζούλιαν, αγαπητέ αναγνώστη. Μπορεί να είμαστε φίλοι αλλά, ομολογώ, με έχει φέρει εκτός εαυτού αρκετές φορές. Οταν π.χ. υποστήριξε το Brexit, ήρθαμε στα μαχαίρια.
Οταν απάντησε ανάγωγα και αντιφεμινιστικά, λόγω του θυμού του που κάποιες ακτιβίστριες τον αποκαλούσαν βιαστή, ακολούθησε μια δύσκολη μεταξύ μας συζήτηση. Οταν έμαθα ότι είχε έρθει σε επαφή με την ομάδα του Τραμπ (ελπίζοντας ότι θα του δώσουν αμνηστία), έγινα έξαλλος, αν και κατανοούσα την απελπισία του. Τίποτα όμως απ’ όλα αυτά δεν έχουν σημασία ως προς τη δική μας στάση.
Ο μόνος λόγος που ο Τζούλιαν Ασάνζ και η Τσέλσι Μάνινγκ λιώνουν στην απομόνωση σήμερα, είναι επειδή μας άνοιξαν τα μάτια στα εγκλήματα που γίνονται στο όνομά μας εναντίον της ανθρωπότητας. Είτε τους συμπαθούμε είτε όχι, έχουμε ιερή υποχρέωση να τους υποστηρίξουμε. Αλλιώς, όπως έλεγε ο Νίμουλερ, θα έρθει η στιγμή που δεν θα υπάρχει κανείς να υπερασπιστεί εμάς
*γραμματέας ΜέΡΑ25
https://www.efsyn.gr/stiles/apopseis/192275_prota-irthan-gia-ton-asanz
Source