Περί 2015, με την ματιά στο 2019: Μια απάντηση στο σχόλιο-κριτική του Κωνσταντίνου Πουλή (*)

Σε πρόσφατο σχόλιό του ο Κωνσταντίνος Πουλής εξέφρασε την πιο μεστή και ουσιαστική κριτική στην στρατηγική αντιμετώπισης των δανειστών που ακολούθησα πριν και κατά την διάρκεια της σύντομης θητείας μου στο Υπουργείο Οικονομικών. Περιληπτικά η κριτική του ήταν πως:
Δεν προετοίμασα τους πολίτες για την πιθανότητα ενός Grexit, παρά το γεγονός ότι προειδοποιούσα ευθαρσώς ότι μόνο αν είμασταν έτοιμοι να προτιμήσουμε ένα Grexit από το 3ο Μνημόνιο υπήρχε λόγος να κερδίσουμε τις εκλογές και να αντιπαρατεθούμε με τους δανειστές. Επιμένοντας στην καταστροφικότητα του Grexit, και παράλληλα στην πρόβλεψη ότι οι δανειστές θα υποχωρούσαν αν εμείς είμασταν έτοιμοι για το Grexit, «αυτό που κόμισε ο Βαρουφάκης στον δημόσιο διάλογο τελικά ενδυνάμωσε τη θέση των δανειστών, διότι ενίσχυσε τον φόβο της ρήξης.»
Η κριτική του Κωνσταντίνου είναι χρησιμότατη επειδή ρίχνει φως στο μέγα ζητούμενο του 2015: Πως να πειστούμε, ηγεσία και πολίτες, ότι ο μόνος τρόπος να αποφευχθεί το κάκιστο Grexit ήταν να πιστέψουμε ότι υπήρχε κάτι ακόμα χειρότερο από αυτό: η μονιμοποίηση της Χρεοδουλοπαροικίας μέσω 3ου Μνημονίου.
Το επιχείρημα-κριτική του Κωνσταντίνου Πουλή είναι διττό: Για χρόνια υπερ-τόνιζα, πρώτον, το κόστος του Grexit και, δεύτερον, την πιθανότητα να υποχωρήσουν οι δανειστές εφόσον είμασταν έτοιμοι να αποδεχθούμε το Grexit (με αποτέλεσμα να αποφευχθεί το Grexit). Έτσι, από την μία ενίσχυα τον φόβο του Grexit στον νου πολιτών ενώ, από την άλλη, τους έλεγα ότι δεν θα χρειαζόταν να προετοιμαστούν για το Grexit. Έτσι, καταλήγει ο Κωνσταντίνος,
«…καταλήξαμε να έχουμε μπει σε μια μάχη στην οποία οι στρατιώτες δεν είχαν καταλάβει ότι θα πολεμήσουν. Όταν ήρθε η ώρα της ρήξης, κανείς δεν εμπόδισε τον Τσίπρα να αναιρέσει το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος.»
Διαβάζοντας προσεκτικά αυτή την κριτική προέκυψαν δύο δικές μου σκέψεις-σχόλια.

Η εναλλακτική στρατηγική;

Η λογική συνέπεια της πιο πάνω κριτικής ήταν ότι έπρεπε: (α) να αναφέρομαι στο Grexit με λόγια που να το παρουσιάζουν ως λιγότερο καταστροφικό, και (β) να μην αναφέρομαι με τόση σιγουριά στην πιθανότητα υποχώρησης των δανειστών εφόσον εμείς είμασταν έτοιμοι για Grexit. Κατανοώ το επιχείρημα αλλά δυσκολεύομαι να συμφωνήσω για έναν απλό λόγο: Θα έπρεπε να πω πράγματα που δεν πίστευα και που εξακολουθώ να μην πιστεύω!
(α) Το Grexit θα είχε όντως τεράστιο κόστος. Όποιος το αρνείται ψεύδεται είτε στον εαυτό του είτε στους άλλους. Στην εισαγωγή του βιβλίου υπολογίζω το κόστος ενός Grexit το καλοκαίρι του 2015 θα ανερχόταν σε νέα πτώση του ΑΕΠ μεταξύ 6% και 13%. Δεν είχα δικαίωμα να το κρύψω από τους πολίτες γενικά και από τους ψηφοφόρους μου ειδικότερα. Αυτό που είχα υποχρέωση να κάνω – και το έκανα – ήταν να επαναλαμβάνω, σε όλους τους τόνους, ότι  το Grexit θα αποδεικνύετο (μεσοπρόθεσμα, εντός 18μηνου) λιγότερο επίπονο από το 3ο Μνημόνιο.
(β) Το Grexit θα κόστιζε περίπου 1 τρις ευρώ στην υπόλοιπη Ευρώπη με αποτέλεσμα εκείνο που προέβλεπα: Πως αν είμασταν έτοιμοι για το Grexit, το Grexit δεν θα ερχόταν καθώς οι δανειστές θα υποχωρούσαν τουλάχιστον ως προς την ουσιαστική αναδιάρθρωση του χρέους. Και δεν χρειάζεται να βασιστείς αναγνώστη στα λόγια μου: Το επιβεβαίωσε πλήρως ο Αντιπρόεδρος της ΕΚΤ κ. Βίτορ Κονστάντσιο τον Σεπτέμβρη του 2015 λέγοντας ευθαρσώς ότι το κόστος για την Ευρώπη θα ήταν τόσο μεγάλο που δεν υπήρχε πιθανότητα να ωθήσει η ΕΚΤ την Ελλάδα εκτός ευρώ – δηλαδή, επιβεβαίωσε ότι επρόκειτο για «κούφια» απειλή. Αυτό πίστευα κι εγώ από το 2010, αυτό πιστεύω και σήμερα. Θα έπρεπε να λέω κάτι διαφορετικό στον δημόσιο διάλογο;
Πέραν του ότι η αλήθεια είναι επαναστατική, διαφωνώ ότι αν ήμουν «οικονομικότερος» με εκείνο που θεωρούσα αληθινό (υποβαθμίζοντας δηλαδή την εκτίμησή μου του κόστους ενός Grexit και υπερεκτιμώντας την πιθανότητά του) θα βελτιωνόταν η συνοχή του μπλοκ του ΟΧΙ με αποτέλεσμα να αυξηθεί η διαπραγματευτική μας δύναμη.

Στρατιώτες που δεν είχαν καταλάβει ότι θα πολεμήσουν;

Γράφει ο Κωνσταντίνος: «Αν το νόημα του ΟΧΙ ήταν ότι ο κόσμος επιθυμούσε τη ρήξη, κάποιος θα είχε βρεθεί να την υπερασπιστεί, αντί να επανεκλεγεί ο ΣΥΡΙΖΑ με σύνθημα την ΤΙΝΑ.» Ας μου επιτρέψει να διαφωνήσω.
Σε καμία περίπτωση ο κόσμος δεν επιθυμούσε την ρήξη. Ο λαός μας ήταν εντυπωσιακά ώριμος καθ’ όλη την διάρκεια της «Άνοιξης» του 2015, ιδίως την 5η Ιουλίου. Το νόημα του ΟΧΙ, όπως το ερμήμευσα και το ερμηνεύω, ήταν απλό: Δεν θέλουμε ρήξη. Δεν θέλουμε να βγούμε από το ευρώ. Όμως, αν ο όρος για την παραμονή μας είναι η μονομοποίηση της χρεοδουλοπαροικίας, η συνέχιση της αναξιοπρέπειας, η αναπαραγωγή του εξευτελισμού, το ξεπούλημα και η ερημοποίηση της χώρας, τότε ας βγούμε από την ευρωζώνη. Αν η επίσημη Ευρώπη μας θέτει προ του Σοϊμπλε-ικού τετελεσμένου «το Μνημόνιο ή Grexit», τότε… Grexit.
Αυτή ήταν η βούληση όσων κατέκλεισαν την Πλατεία Συντάγματος το βράδυ της 3ης Ιουλίου. Αυτό ήταν το μήνυμα του 62% δυο μέρες μετά. Ο λαός έκανε το καθήκον του, οι στρατιώτες ήταν έτοιμοι για την μάχη. Με σύνεση, με πλήρη συνειδητοποίηση του τεράστιου κόστους ενός Grexit, έτοιμοι να το αποδεχθούν αν δεν υπήρχε άλλη επιλογή, γνωρίζοντας, παράλληλα, ότι αν η ηγεσία τιμούσε την εξεφρασμένη βούλησή του οι πιθανότητες του Grexit ήταν μικρές.
Με άλλα λόγια, οι στρατιώτες είχαν γνώση και ήταν έτοιμοι να πολεμήσουν, κι ας είμασταν ο Δαυίδ μπροστά στον Γολιάθ των δανειστών. Αυτό για το οποίο δεν ήταν προετοιμασμένοι ήταν η συνθηκολόγηση εκείνων που τους ετοίμασαν για την μάχη την καλή. Πράγματι, όταν, πριν καλά-καλά ξεκινήσει η μάχη, οι στρατηγοί τους κατέθεσαν τα όπλα και τους μήνυσαν πως η παράδοση ήταν μονόδρομος, δεν είναι καθόλου περίεργο ότι γύρισαν σπίτι τους σε απόγνωση, αποφασισμένοι να μην ξαναπιστέψουν κανέναν. Αυτός ήταν ο λόγος που τον Σεπτέμβρη του 2015 ο μεταλλαγένος ΣΥΡΙΖΑ και η ΤΙΝΑ κέρδισαν: Πάνω από ενάμιση εκατομμύριο «στρατιώτες» (ψηφοφόροι του δημοψηφίσματος) δεν ψήφισαν ενώ, όσοι ψήφισαν, επέλεξαν με κρύα καρδιά να κρατήσουν μακρυά από το Μαξίμου εκείνους που υπόσχονταν να εφαρμόσουν τους όρους της συνθηκολόγησης με ξέφρενο ενθουσιασμό.

Επίλογος

Το 2015 είναι πια μέρος της ιστορίας μας. Το ζητούμενο τώρα είναι το 2018 και ιδίως το 2019. Τελική ήττα δεν υπάρχει όπως δεν υπάρχει τελική νίκη. Ανεξάρτητα διαφωνιών για την ακριβή πιθανότητα να είχαν υποχωρήσει ή όχι οι δανειστές τότε, σήμερα αντιμετωπίζουμε μια απλή επιλογή: Το αφήγημα της μνημονιακής ανάκαμψης που ήρθε (ή τέλος πάντων έρχεται) και την εναλλακτική της εποικοδομητικής ανυπακοής. Η ώρα για την επόμενη μάχη πλησιάζει.
(*) Με την έκδοση του βιβλίου μου για την Ελληνική Άνοιξη του 2015 (ΑΝΙΚΗΤΟΙ ΗΤΤΗΜΕΜΟΙ) έκλεισε ο κύκλος απαντήσεων και τοποθετήσεών μου για τα γεγονότα εκείνα. Το παρόν γράφτηκε για έναν λόγο: Αποτελεί απάντηση στο σχόλιο του φίλου Κωνσταντίνου Πουλή κατά την διάρκεια της παρουσίασης του βιβλίου, την οποία συντόνισε. Έτσι, με την πιο κάτω απάντηση «κλείνει» η βιβλιοπαρουσίαση εκείνη.